Ο Ιπποκράτης διατύπωσε τις αντιλήψεις του για την υγεία και την αρρώστια, λέγοντας: «Εκείνο που διατηρεί την υγεία είναι η ισομερής κατανομή και ακριβής μείξη μέσα στο σώμα όλων των δυνάμεων του ψυχρού, του ξηρού, του θερμού, του υγρού = ισονομία, (τονίζοντας έτσι τη σημασία της ισορροπίας) … Την Αρρώστια την προκαλεί η επικράτηση του ενός = μοναρχία. Η θεραπεία επιτυγχάνεται με την αποκατάσταση της διαταραχθείσας ισορροπίας, με τη μέθοδο της αντίθετης από την πλεονάζουσα δύναμη».

Άραγε αυτή η φιλοσοφική προσέγγιση έχει αξία και κατά τη Διαμεσολάβηση; Ποιες είναι οι δυνάμεις; Παρουσιάζεται αρρώστια; Υπάρχει θεραπεία;

Στην πλειάδα των περιπτώσεων σύγκρουσης, το ένα μέρος έχει περισσότερη δύναμη από το άλλο. Όταν όμως η διαφορά αυτή δυνάμεως είναι σημαντική, αυτό έχει επακόλουθα τόσο στην ουσία, όσο και στη διαδικασία της διαφοράς. Παρουσιάζεται η αρρώστια. Γενικά είναι αποδεκτό ότι για να είναι η διαδικασία των διαπραγματεύσεων ή της Διαμεσολάβησης δίκαιη, θα πρέπει τα διαφωνούντα μέρη να έχουν ίση δύναμη. Εάν το ένα μέρος είναι πιο δυνατό από το άλλο, είναι πιθανό να επιβάλει τη δική του λύση στην άλλη πλευρά που θα υποχρεωθεί να την αποδεχθεί γιατί δεν έχει άλλη επιλογή.

Υπάρχει περίπτωση, το μέρος με τη μεγαλύτερη δύναμη να αρνηθεί να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, γιατί απλά δεν το έχει ανάγκη. Μπορεί να πάρει αυτό που θέλει χωρίς να κάνει τον παραμικρό συμβιβασμό και χωρίς να δώσει το ελάχιστο στην άλλη πλευρά. Έτσι ασπάζεται τη δική του εναλλακτική έναντι της διαπραγμάτευσης, κάτι που συνήθως εμπλέκει την πειθώ και/ή την άσκηση πίεσης. Μια τρίτη πιθανότητα είναι το πιο αδύναμο μέρος να αρνηθεί να διαπραγματευθεί, γιατί φοβάται ότι θα υποχρεωθεί να κάνει συμβιβασμούς που δεν θέλει να κάνει. Συνήθως τα ασθενέστερα μέρη εμπλέκονται σε δικαστικούς αγώνες και βίαιες ή μη βίαιες ενέργειες, στην προσπάθειά τους να χτίσουν τη δύναμή τους προτού καν σκεφτούν να μπουν σε φάση διαπραγμάτευσης. Να θυμόμαστε βέβαια ότι αν η ανισορροπία δυνάμεως των μερών δημιουργεί πρόβλημα στην επίλυση μιας διαφοράς, το ίδιο μπορεί να επιφέρει και η ισοτιμία δυνάμεως.

Έχει αποδειχθεί ότι μέρη της διαφωνίας με μεγάλη δύναμη είναι λιγότερο πρόθυμα να συμπεριφερθούν με πνεύμα συνεργασίας και περισσότερο υιοθετούν ανταγωνιστικές πρακτικές που έχουν ως συνέπεια κερδίζω/χάνω αποτελέσματα.

Ακόμα και αν αυτό είναι το επιθυμητό κατά τη Διαμεσολάβηση, δεν υπάρχει τρόπος ο Διαμεσολαβητής να μετρήσει την κατανομή της ισχύος μεταξύ των μερών και μετά να παρέμβει και να ανακατανείμει τη δύναμη ισομερώς μεταξύ τους. Και αυτό γιατί το Διαμεσολαβητή δεν τον αφορά πρωταρχικά να αποδώσει δικαιοσύνη και στα δυο μέρη της διαφωνίας, με την έννοια να υπάρξει ένα αποτέλεσμα το οποίο να θεωρείται «δίκαιο» από το Διαμεσολαβητή ή κάποιο άλλο τρίτο παράγοντα. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η συμφωνία που θα επιτευχθεί μέσω της Διαμεσολάβησης να είναι προϊόν της ελεύθερης βούλησης των μερών, χωρίς αναφορές σε αξίες ή μέτρα προτεινόμενα ή επιβαλλόμενα από άλλους και τα μέρη να είναι ευχαριστημένα με την επίτευξη της συμφωνίας αυτής γιατί εξυπηρετεί τις ανάγκες τους.

Βασιλική Δημ. Σκορδάκη
Δικηγόρος Αρείου Πάγου & Συμβουλίου της Επικρατείας, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών – Solicitor Αγγλίας & Ουαλίας