Πώς γίνεται η Διαμεσολάβηση; Mήπως είναι μία γενική συζήτηση; Μία κουβεντούλα χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς δομή και χωρίς κανόνες; Πώς ενεργεί ο Διαμεσολαβητής; Υπάρχουν περιορισμοί, υπάρχουν πλαίσια;

Υπάρχουν κάποιες βασικές γενικές αρχές που πρέπει να τηρούνται και αποτελούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή μιας Διαμεσολάβησης. Για παράδειγμα οι εξής:

Η αρχή της ουδετερότητας του Διαμεσολαβητή: Αυτό σημαίνει ότι ο Διαμεσολαβητής είναι ουδέτερος ως προς το αποτέλεσμα της Διαμεσολάβησης. Δεν προσδοκά κάποιο συμφέρον από την έκβαση της διαδικασίας. Δεν μπορεί να συμφωνήσει αμοιβή με ποσοστό, ούτε να συμφωνήσει αμοιβή αναλόγως επιτυχούς αποτελέσματος. Αυτό μπορεί να το κάνει ο δικηγόρος που μετέχει στη Διαμεσολάβηση εκπροσωπώντας και στηρίζοντας τον πελάτη του, όχι όμως ο Διαμεσολαβητής.

Η αρχή της ανεξαρτησίας του Διαμεσολαβητή: Ο Διαμεσολαβητής πρέπει να είναι ανεξάρτητος ως προς τα μέρη. Αν έχει οποιαδήποτε προσωπική ή επαγγελματική σχέση προς ένα από αυτά ή τους δικηγόρους τους, οφείλει να ενημερώσει άμεσα την άλλη πλευρά και μόνον αν αυτή δώσει ρητή συναίνεση, μπορεί να αναλάβει ή να συνεχίσει τη διαδικασία. Εξάλλου, ο Διαμεσολαβητής καθορίζει τον τρόπο διεξαγωγής της Διαμεσολάβησης. Αυτός είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία, αυτός διευθύνει τη Διαμεσολάβηση. Δεν υπάρχουν αναγκαστικοί κανόνες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας, δεν υπάρχει ούτε «δικονομία». Δεν παίρνει εντολές από καμία πλευρά.

Η αρχή της αμεροληψίας του Διαμεσολαβητή: Ο Διαμεσολαβητής είναι αμερόληπτος απέναντι στα μέρη της διαφοράς. Δεν έχει προκαταλήψεις, δεν συμπαθεί ούτε αντιπαθεί, δεν εισφέρει τις προσωπικές του απόψεις, πεποιθήσεις και αντιλήψεις στη διαδικασία, δεν εκπροσωπεί καμία πλευρά. Κατά μία έκφραση ο Διαμεσολαβητής «δεν υποστηρίζει καμία πλευρά, κατά άλλη (ορθότερη ίσως), ο Διαμεσολαβητής «υποστηρίζει και τις δύο πλευρές».

Η αρχή της ισοτιμίας των μερών: Τα μέρη δικαιούνται να έχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στη διαδικασία. Ο Διαμεσολαβητής, που διευθύνει την όλη διαδικασία, πρέπει να φροντίσει να παρέχονται αυτές οι ευκαιρίες σε όλους τους συμμετέχοντες. Παρέχει ίσες δυνατότητες και στις δύο συνήθως -αλλά ίσως και περισσότερες- πλευρές να λάβουν μέρος, να ακουστούν, να αναπτύξουν τις απόψεις τους, τα επιχειρήματά τους, τις προτάσεις τους. Δίνει ίσο χρόνο να μιλήσουν και να σκεφθούν, τη δυνατότητα να μετέχουν στη διαδικασία μιλώντας τη γλώσσα που επιθυμούν, με χρήση διερμηνέα όπου είναι απαραίτητο κ.λπ. Ειδικό ενδιαφέρον έχει η αρχή αυτή όταν μεταξύ των μερών υπάρχει ανισορροπία δυνάμεων π.χ. η ισχυρή επιχείρηση με τους πολλούς και εξειδικευμένους νομικούς, τεχνικούς κ.λπ. συμβούλους που κατασκευάζουν ένα μεγάλο έργο αφενός και οι αδύναμοι φτωχοί πολίτες της περιοχής από την άλλη… Στις περιπτώσεις αυτές ο Διαμεσολαβητής πρέπει να μπορεί να προσαρμόσει τη διαδικασία ώστε να διασφαλισθεί η ισόρροπη συμμετοχή των μερών και να δοθεί η δυνατότητα και στις δύο πλευρές να ακουστούν, να μιλήσουν, να επιχειρηματολογήσουν, να προτείνουν και εντέλει να συναποφασίσουν.

Η αρχή της εχεμύθειας: Ότι διαμείβεται στη διάρκεια της Διαμεσολάβησης είναι απόρρητο. Ο Διαμεσολαβητής -αλλά και όποιος άλλος μετέχει σε μία Διαμεσολάβηση- δεν εξετάζεται ούτε ως μάρτυρας, σε περίπτωση που ακολουθήσει δίκη (παρά μόνον για πολύ σοβαρούς λόγους αναφερόμενους στον νόμο). Επίσης, ό,τι λέγεται στον Διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια των «κατ΄ ιδίαν» συνεδριών από τη μία πλευρά, δεν μπορεί να μεταφερθεί προς την άλλη πλευρά, παρά μόνον αν υπάρχει ρητή συγκατάθεση αυτού που έδωσε την πληροφορία. Ό,τι λέγεται είναι κατά κανόνα εμπιστευτικό και αυτό δίνει στη Διαμεσολάβηση ένα πολύ ισχυρό πλεονέκτημα σε σχέση με τη δημόσια δικαστική διαδικασία.

Οι παραπάνω βασικές αρχές πρέπει να τηρούνται απαρέγκλιτα κάθε φορά, σε κάθε Διαμεσολάβηση.

Ευγνωσία Ραφτοπούλου – Χατζηπρίμου
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω ΔΣΘ
Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
Συντονίστρια Πύλης Διαμεσολάβησης Ωραιοκάστρου