Ο Δικηγόρος, ως Νομικός Παραστάτης στη Διαμεσολάβηση του Ν.4512/2018, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο τόσο κατά την επιλογή της ενδεικνυόμενης εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς όσο και κατά τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης και μετά το πέρας αυτής. Σε περίπτωση που η Διαμεσολάβηση έχει επιτυχή έκβαση και τα μέρη έχουν καταλήξει σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση, και έχει συνταχθεί και υπογραφεί προσηκόντως το Πρακτικό Διαμεσολάβησης, ο Δικηγόρος ως Νομικός Παραστάτης.

Μετά το πέρας της Διαμεσολάβησης

Ενδεικτικά :

  • Μεριμνά ώστε να κατατεθεί το Πρακτικό Διαμεσολάβησης στη Γραμματεία του αρμόδιου Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της υπόθεσης για την οποία έλαβε χώρα η Διαμεσολάβηση (άρθρο 184 παρ.2 του Ν. 4512/2018).
  • Παρακολουθεί τη σωστή εφαρμογή του Πρακτικού Διαμεσολάβησης, ήτοι παρακολουθεί την υλοποίηση/τήρηση των όρων της συμφωνίας που υπoγράφηκε από τα μέρη.
  • Σε περίπτωση διάρρηξης της συμφωνίας προβαίνει στις κατά περίπτωση νόμιμες ενέργειες και, εάν το Πρακτικό Διαμεσολάβησης  περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, καθόσον αποτελεί τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση γ ́ της παρ. 2 του άρθρου 904 του ΚΠολΔ, προβαίνει στην έκδοση απογράφου. Το απόγραφο για την εκτέλεση εκδίδεται, σύμφωνα με τα άρθρα 915 έως 918 του ΚΠολΔ, από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου, στη γραμματεία του οποίου κατετέθη το πρακτικό Διαμεσολάβησης, χωρίς να επιβάλλονται άλλα έξοδα υπέρ του Δημοσίου στον επισπεύδοντα διάδικο.

Κατά την κατάθεση του Πρακτικού Διαμεσολάβησης στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου υποβάλλεται παράβολο ποσού πενήντα (50) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η δαπάνη για το παράβολο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη έχουν συμφωνήσει διαφορετικά.

  • Σε περίπτωση που η Διαμεσολάβηση έλαβε χώρα μετά από εκκρεμή δίκη και πρόσκληση του Δικαστηρίου κατ άρθρο 181 παρ 2 ΚΠολΔ, μετά το πέρας της Διαμεσολάβησης, το σχετικό Πρακτικό Διαμεσολάβησης με τη συμφωνία  των μερών προσκομίζεται στο δικαστήριο.
  • Σε περίπτωση αποτυχίας της Διαμεσολάβησης, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από το Διαμεσολαβητή, ο οποίος οφείλει να μνημονεύσει ότι τα μέρη δεν κατέληξαν σε συμφωνία.
  • Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο Δικηγόρος δεν πρέπει να παραβλέψει όλα τα συμπεράσματα και τα θετικά βήματα που εξήχθησαν από τη διαδικασία και έχοντας πια νέα αντίληψη επί της υπόθεσής να την αξιοποιήσει προς όφελος του εντολέα του. Η πρακτική του εξωτερικού καταδεικνύει, ότι αρκετές υποθέσεις στις οποίες δεν επετεύχθη συμφωνία κατά τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης, επιλύθηκαν στη συνέχεια εξωδικαστικά ως αποτέλεσμα του προϊόντος και της προόδου της διαπραγμάτευσης από τη Διαμεσολάβηση.

Η αμοιβή του Δικηγόρου ως Νομικού Παραστάτη καθορίζεται ελευθέρως με τον εντολέα του και δύναται να υπογραφεί και εργολαβικό.

Δέσποινα Σ. Λασκαρίδου, Δικηγόρος Παρ΄Αρείω Πάγω / Διαπιστευμένη  Διαμεσολαβήτρια αστικών, εμπορικών  και οικογενειακών διαφορών (TOOLKIT – NL, ΚΕΔΙΠ, Υ.Δ.Δ.Α.Δ.), Σύμβουλος Διαπραγματεύσεων