Το σήμα αποτελεί ένα από τα διακριτικά γνωρίσματα των προϊόντων ή των υπηρεσιών μιας επιχείρησης. Με το σήμα καθιερώνεται ή επικρατεί στις συναλλαγές μια επιχείρηση και εξατομικεύονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες της από εκείνα άλλων επιχειρήσεων. Το σήμα διακρίνοντας την προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας, από ορισμένη επιχείρηση, αποτελεί την ταυτότητά του προϊόντος ή της υπηρεσίας και βοηθά στην ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης και στη διαφήμισή της. Το σήμα όμως υπηρετεί και την ανάγκη του καταναλωτή, ο οποίος αναζητά, μέσω του σήματος, τα γνωστά σε αυτόν για την ποιότητά τους, προϊόντα ή υπηρεσίες, και  λειτουργεί και ως εγγύηση για την ποιότητα του προϊόντος ή της υπηρεσίας, προκειμένου να μην κινδυνεύσει να παραπλανηθεί ο καταναλωτής ως προς την επιλογή των προϊόντων ή υπηρεσιών προτίμησής του.

Σύμφωνα με το άρθρο 121 του Ν. 4072/2012  «σήμα μπορεί να αποτελέσει κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων».  Για την καταχώριση εθνικού σήματος κατατίθεται δήλωση στη ∆ιεύθυνση Εμπορικής  και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (Υπηρεσία Σημάτων) του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Το δικαίωμα στο σήμα είναι αποκλειστικό και απόλυτο, και εμπεριέχει την άμεση εξουσίασή του από τον δικαιούχο και τη δυνατότητα αποκλεισμού κάθε άλλου από τη χρήση του, και αποκτάται με την καταχώρηση, στο βιβλίο σημάτων, της αμετάκλητης  απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων (ΔΕΣ).

Λόγω του σημαντικού σκοπού που επιτελεί ένα σήμα, για τις επιχειρήσεις αλλά  και για τους καταναλωτές, όταν ανακύπτουν διαφορές – διενέξεις σχετικές με χρήση σήματος, προσβολή σήματος ή άλλες σχετικές διαφορές, επειδή συνήθως η εξεύρεση λύσης επείγει, ενώ πολλές φορές η δημοσιότητα είναι  αρνητική μέσα από μία δικαστική διαμάχη, η Διαμεσολάβηση ως εξωδικαστικός τρόπος επίλυσης μιας διαφοράς ενδείκνυται και είναι κατάλληλη. Και αποτελεί κατάλληλη οδό για επίλυση μιας διαφοράς που αφορά σήμα με την έννοια των άρθρων 121-196 του  ν.4072/2012, διότι μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα σε μερικές ώρες, μερικές ημέρες και σπανιότερα σε λίγες εβδομάδες. Είναι ταχύτατη διαδικασία (συγκριτικά με τη δικαστική οδό ή τη διαιτησία), το οικονομικό κόστος της αλλά και ο χρονικός ορίζοντας επίλυσης της διαφοράς μπορεί να υπολογισθεί από τα μέρη και τον Διαμεσολαβητή, ενώ παράλληλα, με τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα και το απόρρητο της διαδικασίας, τα οποία είναι κρίσιμης σημασίας, διότι πολλές φορές η δημοσιοποίηση μιας διαφοράς-αντιδικίας μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δημόσια εικόνα μιας επιχείρησης ή την εμπορική φήμη ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας.

Στη Διαμεσολάβηση τα μέρη, με τη συνδρομή του δικηγόρου τους, μπορούν να διαπραγματευθούν και να επιλύσουν με κοινά αποδεκτή συμφωνία, αστικές και εμπορικές διαφορές που τυχόν προκύπτουν, όπως ενδεικτικά, ζητήματα προστασίας και αποζημίωσης από την παράνομη προσβολή του σήματος, παράλειψη της προσβολής στο μέλλον, άδειες χρήσεις, και σε περίπτωση ευδοκίμησης της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης και επίτευξης συμφωνίας, η τήρηση από τα μέρη της συμφωνίας αυτής, εξασφαλίζεται, διότι σύμφωνα με το  άρθρο 184 παρ. 4 του Ν.4512/2018, από την κατάθεσή στην Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, το Πρακτικό Διαμεσολάβησης, κατά το μέρος που περιλαμβάνει αξιώσεις δεκτικές αναγκαστικής εκτέλεσης, αποτελεί τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με το άρθρο 904 παρ. 2γ΄ ΚΠολΔ χωρίς άλλα έξοδα υπέρ του Δημοσίου στον επισπεύδοντα διάδικο και μπορεί να περιβληθεί τον εκτελεστήριο τύπο του απογράφου.

Κατόπιν πρόσφατης τροπολογίας που κατέθεσε το Υ.Δ.Δ.Α.Δ. αναστέλλεται μέχρι την 16η.09.2019, η έναρξη ισχύος της υποχρεωτικής υπαγωγής στη διαδικασία της  Διαμεσολάβησης του άρθρου 182 παρ. 1 στ του Ν. 4512/2018 για τις διαφορές που απορρέουν από την προσβολή εμπορικού σήματος (Ν. 4072/2012).

Δέσποινα  Σ. Λασκαρίδου, Δικηγόρος Παρ΄Αρείω Πάγω/Διαπιστευμένη  Διαμεσολαβήτρια αστικών, εμπορικών  και οικογενειακών διαφορών (TOOLKIT COMPANY – NL, ΚΕΔΙΠ, Υ.Δ.Δ.Α.Δ.) , Σύμβουλος Διαπραγματεύσεων