Η απαρχή του 2018 σηματοδότησε μία έντονη περίοδο στους νομικούς και δικαστικούς κύκλους με πολλές διενέξεις και αντιδράσεις, λόγω της κατόπιν νομοθετικής πρωτοβουλίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ψήφισης του νόμου 4512/2018. Οι αλλαγές που ο νόμος αυτός επέφερε στην έως τώρα γνωστή διαδικασία της δικαστικής οδού και της πολιτικής δίκης, η πριν την ψήφιση του εν λόγω νόμου ελάχιστη περίοδος διαβούλευσης, η άγνοια της πλειονότητας νομικών και πολιτών για το θεσμό της Διαμεσολάβησης και η εν γένει οικονομικό-κοινωνική συγκυρία, συνέτεινε στη δημιουργία ενός αρνητικού κλίματος, χωρίς όμως η πλειοψηφία τουλάχιστον, να γνωρίζει την πρακτική εφαρμογή και τα πιθανά οφέλη του προκείμενου, χρήσιμου πράγματι, θεσμού.

Η Δρ. Άννα Εμ. Πλεύρη – Δικηγόρος Ελλάδος και Κύπρου, Λέκτορας Ιδιωτικού Δικαίου και ADR της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ/ΥΔΔΤΚ και Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών, έθεσε με την εισήγησή της σε εκδήλωση της Ε.ΝΟ.Β.Ε. που διοργανώθηκε λίγες μόνον ημέρες μετά την ψήφιση του πολυσυζητημένου ν.4512/2018 τον Ιανουάριο του 2018 και ήδη εκδοθείσα μελέτη σε συλλογικό έργο, ορισμένα πολύ σημαντικά ζητήματα.

Ξεκινώντας με ανάλυση του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη και στο φυσικό δικαστή, του δικαιώματος δίκαιης δίκης (άρθρα 20 & 8.1 του Συντάγματος και άρθρο 6 της ΕΣΔΑ) και των δικαιωμάτων που  κατοχυρώνονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (άρθρο 47), επεσήμανε ότι το βραχύχρονο προδικαστικό στάδιο πριν τη συζήτηση της αγωγής, το οποίο καθιερώνεται στον ν. 4512/2018 με το άρθρο 182 § 1, ως (νέα) δικονομική προϋπόθεση για το παραδεκτό της συζήτησης σε επτά κατηγορίες διαφορών του ιδιωτικού δικαίου, δεν αποτελεί στάση δίκης. Συνιστά νομοθετικά οριζόμενο όρο του παραδεκτού της συζήτησης της αγωγής, ο οποίος θα μπορούσε να θίξει την αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας, αν ήταν δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και αν απέκλειε, πράγματι, τα διάδικα μέρη από τη δυνατότητα πρόσβασης στο δικαστήριο. Το τελευταίο θα συνέβαινε, αν για παράδειγμα ο νόμος προέβλεπε εξοντωτικές χρηματικές ποινές για την μη συμμετοχή ορισμένου ή όλων των μερών στη διαδικασία της Διαμεσολάβησης. Ο σκοπός, όμως, του νομοθέτη, όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4512/2018, αφορά στην μεταρρύθμιση του θεσμού της Διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, και στην περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ και όχι στην συρρίκνωση ή παρεμπόδιση του δικαιώματος δικαστικής ακρόασης και προστασίας. Η ως άνω εισηγήτρια, αναφέρει μάλιστα, ενδεικτικά όρους και προϋποθέσεις, τις οποίες πολλές φορές έχει θέσει ο δικονομικός νομοθέτης στον ενάγοντα της πολιτικής δίκης, μέσω του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ή σε άλλων νόμων, οι οποίοι αφορούν στο παραδεκτό της αγωγής ή της συζήτησης αυτής. Για παράδειγμα τέτοιες (δικονομικές) ρυθμίσεις είναι:

  • η υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου επί καταψηφιστικών αγωγών, με συνέπεια επί μη καταβολής την απόρριψη της αγωγής στην ουσία της,
  • η υποχρεωτική κατάθεση παραβόλου ορισμένου ύψους κατά την άσκηση ενδίκων μέσων, ως προϋπόθεση «παραδεκτής εισόδου» στη δίκη της έφεσης κ.λπ.,
  • η υποχρέωση εγγραφής αγωγών στα βιβλία των διεκδικήσεων αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου/Κτηματολογικού Γραφείου (άρθρο 220 § 1 ΚΠολΔ), εντός μάλιστα 30 ημερών από την κατάθεση των σχετικών αγωγών, επί ποινής απαραδέκτου της αγωγής
  • η υποχρέωση επίδοσης της αγωγής που αφορά κληρονομικές αξιώσεις στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή η προσκόμιση πιστοποιητικού περί υποβολής δήλωσης φόρου κληρονομιάς, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής
  • επί αγωγής σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου, η προηγούμενη κατάθεση σε αυτό έγγραφης αίτησης με συνημμένα έγγραφα αποδεικτικά της απαίτησης κ.ά.

Σε όλες τις ανωτέρω νομοθετημένες περιπτώσεις δε, οι απαραίτητες διαδικαστικές ενέργειες – όροι του παραδεκτού της αγωγής ή της συζήτησης αυτής, επιβαρύνουν οικονομικά τον ενάγοντα και δεν συνδέονται με την έκβαση της αγωγής του. Η κρατούσα νομολογία μάλιστα, διάκειται θετικά, ως προς τη συμβατότητα των ρυθμίσεων αυτών με το συνταγματικής περιωπής δικαίωμα της δικαστικής ακρόασης και προστασίας. Στο ως άνω πλαίσιο, η συγγραφέας εκφράζει την άποψη ότι οι ρυθμίσεις που εισάγει ο ν.4512/2018, δεν πάσχουν από πλευράς συμβατότητας με τη συνταγματική προστασία του δικαιώματος της δικαστικής ακρόασης και του φυσικού δικαστή. Και αυτό διότι οι όροι που τίθενται δεν καταλύουν ούτε εμποδίζουν σημαντικά ή υπέρμετρα τον δικαιούχο της παροχής δικαστικής προστασίας από την άσκηση ή συζήτηση αγωγής του. Τέλος, ακόμη και η δυνητική χρηματική ποινή, την οποία δύναται να επιβάλλει το δικαστήριο εν προκειμένω στο μέρος που δεν προσήλθε στην απόπειρα Διαμεσολάβησης, δικαιούχος της οποίας είναι το ΤΑΧΔΙΚ και όχι το Ελληνικό Δημόσιο, δεν καθιστά δυσχερή την άσκηση του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας. Η εκ νέου ρύθμιση λοιπόν του θεσμού της Διαμεσολάβησης παρά τις ατέλειες του ν.4512/2018, θα πρέπει να οδηγήσει στην αλλαγή θεώρησης ιδίως των νομικών και στην αναγκαία προσαρμογή τους σε ένα νέο πεδίο έργου, προς όφελος όλων.

Πηγή: Άννα Εμ. Πλεύρη – Δικηγόρος Ελλάδος και Κύπρου, Δ.Ν., Λέκτορας Ιδιωτικού Δικαίου και ADR της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών και Διαιτητής (Εισήγηση στην εκδήλωση της Ε.ΝΟ.Β.Ε, Θεσσαλονίκη Ιανουάριος 2018)

Όλγα Ν. Τσιπτσέ
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Δ.Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ, GDPRspec./DPOexec.