Το μοντέλο  αντιδικία – περισσότερα δικαστήρια – περισσότερη ύλη- -μεγαλύτερη αμοιβή δεν είναι πλέον βιώσιμο. Οι πελάτες του δικηγόρου αδυνατούν να ανταποκριθούν στο παλαιό σχήμα επίλυσης των διαφορών τους καθώς διαθέτουν περιορισμένα εισοδήματα αλλά και περιορισμένα ψυχικά αποθέματα. Αρκετοί  πελάτες ξεκινούν ένα δικαστικό αγώνα τον οποίο εγκαταλείπουν στην πορεία. Ακόμη και η  έκδοση μίας δικαστικής απόφασης, που δικαίωσε τον εντολέα τους δεν είναι σίγουρο ότι τον ικανοποίησε πλήρως η δε εκτέλεση της σε πολλές περιπτώσεις κατέληξε ως άνευ αντικειμένου, αφού εν τέλει δεν υπήρχε αντικείμενο προς εκτέλεση.

Οι πελάτες απαιτούν από τους δικηγόρους τους, λύσεις οικονομικές, άμεσες, ολοκληρωμένες  και αποτελεσματικές που η Διαμεσολάβηση μπορεί να τους προσφέρει. Η Διαμεσολάβηση προτείνεται στο δικηγόρο της καθημερινής πράξης ως ένας εναλλακτικός τρόπος άσκησης της δικηγορίας μέσω της οποίας θα επαναπροσελκύσει και θα ανακτήσει χαμένους πελάτες του και θα δημιουργήσει νέα δικηγορική ύλη από την οποία θα εισπράξει άμεσα βέβαιη αμοιβή καθιστώντας με τον τρόπο αυτό βιώσιμο το επάγγελμα του.

Στην πραγματικότητα η Διαμεσολάβηση είναι μια απλή διαδικασία για το δικηγόρο της πράξης βασισμένη στην κοινή λογική. Στη Διαμεσολάβηση οι δικηγόροι  θα παρασταθούν στη Διαμεσολάβηση, ως νομικοί σύμβουλοι και σύμβουλοι διαπραγμάτευσης του πελάτη τους.

Στα πλαίσια της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης, δίνεται στο δικηγόρο μια διαφορετική ευκαιρία να επιδείξει  στον πελάτη του  και άλλες πτυχές των δεξιοτήτων του  χωρίς ρητορικά σχήματα, ενστάσεις και εντάσεις προσφέροντας του γρήγορη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης στο πρόβλημα του με γνώμονα το συμφέρον του. Η παράσταση σε εξωδικαστική Διαμεσολάβηση αποτελεί ένα ακόμη είδος παροχής αμειβόμενης υπηρεσίας, το ύψος της οποίας θα καθοριστεί κατόπιν συμφωνίας του δικηγόρου με τον εντολέα του είτε με χρέωση ανά ώρα είτε κατ αποκοπή είτε με ποσοστό επί του αντικειμένου της διαφοράς. Ο δικηγόρος θα εισπράξει την αμοιβή του άμεσα και χωρίς καθυστερήσεις αμέσως μετά το πέρας της διαδικασίας και όχι μετά από πολλά έτη που θα εκδικαστεί η υπόθεση με αβέβαιο αποτέλεσμα, και χωρίς τα χρήματα του εντολέα που προορίζονται για το δικηγόρο  να αναλωθούν στο κόστος της δικαστικής επιδίωξης της υπόθεσης ( έξοδα επιδόσεων δικαστικό ένσημο κλπ) . Στο τέλος μιας επιτυχούς Διαμεσολάβησης όχι οι δικηγόροι, θα εισπράξουν  άμεσα όχι μόνο την υλική  αλλά και την ηθική ανταμοιβή από την ικανοποίηση του πελάτη τους. Όλες οι  παραπάνω υπηρεσίες θα παρασχεθούν παρουσία του εντολέα του δικηγόρου με συνέπεια την ανάδειξη της αξίας των υπηρεσιών του  υπό αξιοπρεπείς αν όχι ευχάριστες συνθήκες, χωρίς απώλεια πολύτιμου χρόνου,χωρίς ουρές, χωρίς αναμονές, χωρίς κίνδυνο απώλειας προθεσμιών, χωρίς το άγχος του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και κυρίως χωρίς τριβές του Δικηγόρου όχι μόνο με την άλλη πλευρά, αλλά κυρίως με τους ίδιους τους πελάτες του χωρίς μομφές για την ποιότητα της δουλειάς του και αιτιάσεις εις βάρος του,χωρίς τον κίνδυνο του λάθους αλλά ούτε την απαξίωση του, όπως μπορεί να συμβεί στην ανεπιτυχή κατάληξη της αντιδικίας στα δικαστήρια.

Η Διαμεσολάβηση πέραν της ικανοποίησης του εντολέα του δικηγόρου διασφαλίζει και την ποιότητα της ζωής του δικηγόρου η οποία αναμφισβήτητα επηρεάζεται καθημερινά αρνητικά από το άγχος του επαγγέλματος και την εκτέλεση του υπό αντίξοες συνθήκες.

Συμπερασματικά ο δικηγόρος έχει συμφέρον να επιλέξει για την επίλυση των υποθέσεων του εντολέα του τη Διαμεσολάβηση γιατί δίνει γρήγορη λύση στον πελάτη του, διευρύνει το πεδίο των παρεχομένων υπηρεσιών του, αυξάνει τη φήμη του και προσθέτει επιπλέον αξία και κύρος στο δικηγορικό του γραφείο.

Παναγιώτα Λουκάκου
Δικηγόρος –Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια – Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών