Η Διαμεσολάβηση είναι διαδικασία που διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις των μερών, ως εκ τούτου είναι σημαντικό για τους διαμεσολαβητές, αλλά και όσους χρησιμοποιούν τη Διαμεσολάβηση ως εναλλακτικό τρόπο επίλυσης διαφορών, να κατανοήσουν τα βασικές αρχές και τεχνικές της διαπραγμάτευσης στα πλαίσια της κουλτούρας στην οποία εφαρμόζεται η Διαμεσολάβηση.

Η διαπραγμάτευση αντιμετωπίζεται στην κουλτούρα μας ως ένα από τα αδύναμα στοιχεία της κοινωνίας μας. Το δίδαγμα είναι οτι δεν γνωρίζουμε πώς να διαπραγματευόμαστε. Όμως η πραγματικότητα είναι οτι διαπραγματευόμαστε κάθε ώρα και μέρα. Στην οικογένεια διαπραγματευόμαστε με τα παιδιά από μικρή ηλικία για όλα τα θέματα από τα πιο απλά έως και τα πιο σοβαρά. Το ζευγάρι, σε γάμο ή όχι, διαπραγματεύεται από το εστιατόριο που θα πάει για φαγητό έως τα καθημερινά καθήκοντα στο σπίτι και άλλα πιο σοβαρά θέματα συμβίωσης. Πολλά παραδείγματα και ποικίλλα. Πρακτικά, κάθε πτυχή της ζωής μας έχει διαπραγμάτευση, ακόμη και με τον εσωτερικό μας κόσμο (πώς νοιώθουμε, για ποιο λόγο αισθανόμαστε, πώς θα περάσουμε καλίτερα τη ζωή μας και άλλα).

Στη Διαμεσολάβηση τα μέρη, οι δικηγόροι  και ο διαμεσολαβητής διαπραγματεύονται όλοι με σκοπό να επιτύχουν κάποιους στόχους. Η επιτυχημένη διαδικασία εξαρτάται από τη δυνατότητα κάθε συμμετέχοντα να διαπραγματευτεί εποικοδομητικά. Επομένως, η αποτελεσματική διαπραγμάτευση θα καθορίσει μία επιτυχημένη ή όχι Διαμεσολάβηση.

Τι σημαίνει όμως αποτελεσματική διαπραγμάτευση? Δικηγόροι και κοινωνιολόγοι μελέτησαν για χρόνια αρκετές απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση και καταλήγουν σε κάποιες κατευθύνσεις που αναλύονται στο βιβλίο του William Ury “Getting to Yes”. Η συζήτηση των μερών πρέπει να εστιάζει στο πρόβλημα και όχι στους ανθρώπους και συνεπώς αντιδράσεις, κυρίως επικριτικές, πρέπει να λέγονται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην θήγουν προσωπικά την άλλη πλευρά. Η χρησιμοποίηση αντικειμενικών κριτηρίων για την εύρεση λύσης, όπως δεδομένα της αγοράς ή ουδέτερη πραγματογνωμοσύνη, θα βοηθήσουν τα μέρη, ως ένα βαθμό, να απομακρυνθούν από την πόλωση σχετικά με τη διαφορά τους και ποια γνώμη θα επικρατήσει ως πιο σωστή. Η προσεκτική εξέταση των εναλλακτικών σε περίπτωση που δεν βρεθεί λύση στη Διαμεσολάβηση στερεί σε κάθε πλευρά τη βάση για να προσδιορίσει και υπολογίσει εάν πρέπει να αποδεχτεί οιαδήποτε προσφορά ή προσφορές από την άλλη πλευρά. Η εστίαση στις ανάγκες και συμφέροντα και όχι τα «θέλω» των μερών, ως η πιο σημαντική  ίσως από τις κατευθύνσεις για μία επιτυχημένη διαπραγμάτευση, δίνει τη δυνατότητα στα μέρη να μεγαλώσουν την «πίττα» των ενδεχόμενων λύσεων και να δημιουργήσει επιτυχή έκβαση στην υπόθεση, στην οποία κάθε πλευρά θα είναι καλίτερα από μία αποτυχημένη διαπραγμάτευση.

Τα συναισθήματα σε κάθε διαπραγμάτευση έχουν καθοριστική σημασία και κάθε διαμεσολαβητής πρέπει να τα αναγνωρίζει και χειρίζεται με συγκεκριμένο τρόπο ώστε τα μέρη να εμπιστευτούν τη διαδικασία και να συνεχίσουν το διάλογο. Ακρογωνιαίοι λίθοι των συναισθημάτων διδάσκονται σε προγράμματα Διαμεσολάβησης καθώς είναι απαραίτητο εργαλείο που χρησιμοποιεί ο διαμεσολαβητής στη διαδικασία.

Αναρωτιέται κανείς αν με τα παραπάνω θα είναι επιτυχημένη η Διαμεσολάβηση. Ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες δεν συντάσσεται συμφωνία των μερών μετά από εποικοδομητικό διάλογο και διαπραγμάτευση, ο διαμεσολαβητής έχει καταφέρει να φέρει τα μέρη πιο κοντά και σε πολλές περιπτώσεις μετά τη Διαμεσολάβηση τα μέρη συναντιούνται ξανά για να συζητήσουν τις προτάσεις τους. Αυτή θεωρείται επιτυχημένη Διαμεσολάβηση.

Βικτωρία Λιούτα

Δικηγόρος και Διαπιστευμένη Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών