Το Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε στις 14 Ιουνίου 2017 μια σημαντική απόφαση σχετικά με την υποχρεωτική παραπομπή στην Εναλλακτική Επίλυση καταναλωτικών Διαφορών.

Ο Γενικός Εισαγγελέας Henrik Saugmandsgaard Oe, που προετοίμασε την απόφαση, στήριξε ένα εθνικό ιταλικό νόμο που επιβάλει στους καταναλωτές τη διαμεσολάβηση ως προϋπόθεση για την προσφυγή στα ιταλικά δικαστήρια.

Παράλληλα πρότεινε να μπορούν, τα μέρη να αποφασίζουν χωρίς την παρουσία δικηγόρου, σε αντίθεση με τον ιταλικό νόμο που απαιτεί την υποχρεωτική παρουσία δικηγόρου στη διαμεσολάβηση.

Η γνώμη του ΔΕΕ βαστίστηκε σε προδικαστικό ερώτημα που έθεσε το περιφερειακό δικαστήριο της Βερόνας στην Ιταλία, Menini v. Bianco Popolare – Societa Cooperation, Case C-75/16 (February 16, 2017) (http://bit.ly/2usImgu).

Στη συγκεκριμένη υπόθεση υπήρχε διαφωνία μεταξύ μίας τράπεζας και δύο πελατών της που αφορούσε την εκτέλεση μιας σύμβασης υποθήκης. Η τράπεζα πέτυχε δικαστική απόφαση εναντίον των καταναλωτών που θα έπρεπε να πληρώσουν το ζητούμενο ποσό.

Οι καταναλωτές άσκησαν έφεση κατά της απόφασης στο περιφερειακό δικαστήριο της Βερόνα και ζήτησαν να ανασταλεί η προσωρινή διαταγή. Το περιφερειακό δικαστήριο υποστήριξε ότι τα μέρη που εφεσιβάλλουν θα πρέπει πρώτα να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ώστε η προσφυγή τους να είναι αποδεκτή.

Οπότε ετέθη το ερώτημα, αν η εθνική νομοθεσία που επιβάλει στους καταναλωτές τη διαμεσολάβηση ως προϋπόθεση των δικαστικών διαδικασιών, επιβάλει την νομική εκπροσώπηση των καταναλωτών στην διαμεσολάβηση ή τιμωρεί το μέρος που αποσύρεται από τη διαμεσολάβηση χωρίς έγκυρο λόγο, ήταν μη συμβατή τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την ΕΕΔ καταναλωτικών διαφορών.

Το περιφερειακό δικαστήριο παρέπεμψε τα προδικαστικά αυτά ερωτήματα στο ΔΕΕ, το οποίο και υποστήριξε τις απαιτήσεις της διαμεσολάβησης.

Σύμφωνα με τις οδηγίες της ΕΕ του 2013, ο Γενικός Εισαγγελέας σημείωσε ότι οι μηχανισμοί Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών των καταναλωτών είναι εθελοντικοί. Αλλά αυτοί δεν περιλαμβάνουν «κανένα εθνικό κανόνα που να κάνει τη συμμετοχή των μερών υποχρεωτική ή υποκείμενη σε κίνητρα ή κυρώσεις ή να καθιστά το αποτέλεσμα δεσμευτικό για τα μέρη, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η νομοθεσία δεν εμποδίζει τα μέρη από το να ασκήσουν το δικαίωμά τους για πρόσβαση στο δικαστικό σύστημα». Εδάφιο Νο 49, Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21.5.2013 αναφορικά με την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών τροποποιώντας τον Κανονισμό (ΕΚ) Νο. 2006/2004 και την Οδηγία 2009/22/εκ (διαθέσιμη στο http://bit.y/2jv7LjA).

Κατά συνέπεια, ο Γενικός Εισαγγελέας, έκρινε ότι αφενός ο ιταλικός νόμος ήταν συμβατός με τις οδηγίες της ΕΕ στο βαθμό που δεν αρνείται στους καταναλωτές πρόσβαση στο δικαστικό σύστημα και ότι η προθεσμία παραγραφής δεν λήγει κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Αφετέρου, η απόφαση αποκλείει την εθνική νομοθεσία, η οποία επιβάλλει στους καταναλωτές τη συνδρομή δικηγόρων ή την επιβολή κυρώσεων στους καταναλωτές που αποχωρούν από τη διαδικασία διαμεσολάβησης χωρίς βάσιμους λόγους (εκτός αν η έννοια των «βάσιμων λόγων» περιλαμβάνει το μέρος που απλά δεν είναι ικανοποιημένο από τη διαδικασία της Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών).

(Πηγή: https://blog.cpradr.org/2017/08/10/eu-court-backs-mandatory-mediation-referral/)

Βένια Παπαθανασοπούλου
Δικηγόρος – Διαμεσολαβήτρια