Το Μάιο του 2016, το Centre for Effective Dispute Resolution (CEDR) στο Λονδίνο δημοσίευσε την 7η Έρευνα Διαμεσολάβησης (Mediation Audit), που γίνεται κάθε δυο χρόνια με στόχο την αξιολόγηση της αγοράς και την αλλαγή των συμπεριφορών της στο τοπίο των εμπορικών και αστικών διαμεσολαβήσεων, σύμφωνα με την οποία 10.000 εμπορικές διαμεσολαβήσεις διεξήχθησαν τους τελευταίους 12 μήνες, σημειώνοντας αύξηση 5% από το 2014.

Η έρευνα αφορά στις συμπεριφορές των αστικών και εμπορικών διαμεσολαβητών (όχι οικογενειακών ή διαμεσολαβητών μικρών κοινοτήτων) σε μια σειρά θεμάτων, όπως, την πρακτική και εμπειρία τους, τα επαγγελματικά προσόντα και πρότυπα και τις προτεραιότητές τους για τα επόμενα χρόνια. Η έρευνα διεξήχθη βάσει ερωτηματολογίου μέσω internet, σε 319 επιλεγμένους διαμεσολαβητές του Ηνωμένου Βασιλείου (πάνω δηλαδή από το 50% των μεμονωμένων διαμεσολαβητών) και παράλληλα διενεργήθηκε έρευνα σε δικηγόρους που χρησιμοποιούν τη διαμεσολάβηση.

Εμπορικές διάφορες αξίας £10.5 δις λύθηκαν μέσω διαμεσολάβησης και οι επιχειρήσεις το 2016 μέσω της διαμεσολάβησης θα εξοικονομήσουν £2.8 δις, ποσό στο οποίο αποτιμάται η απώλεια χρόνου διαχείρισης, η διάρρηξη των σχέσεων, η απώλεια παραγωγικότητας και οι νομικές αμοιβές. Σημειωτέον ότι από το 1990, εναρκτήρια χρονιά για την αστική και εμπορική διαμεσολάβηση σε Αγγλία και Ουαλία, το συνολικό (ποσοτικά) αντικείμενο των υποθέσεων διαμεσολάβησης προσεγγίζει τα £ 85 δις και η εξοικονόμηση από τις διαμεσολαβήσεις αγγίζει τα £22.6 δις. Ως επάγγελμα, οι διαμεσολαβητές τον τελευταίο χρόνο κέρδισαν £22.6 εκατομμύρια, το οποίο αποτελεί ένα εντυπωσιακό στοιχείο απόδοσης της επένδυσης (return on investment) για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου συγκρίνοντάς το με την επιτευχθείσα εξοικονόμηση κόστους από τις επιχειρήσεις.

Τα σπουδαιότερα ευρήματα της έρευνας είναι τα ακόλουθα:

1. Το σχήμα της αγοράς αλλάζει, η απευθείας προσφυγή στον μεμονωμένο διαμεσολαβητή αρχίζει να εξαφανίζεται και οι διαμεσολαβητές μετακινούνται σε οργανωμένα σχήματα για σκοπούς marketing. O αριθμός των μεμονωμένων διαμεσολαβητών μειώνεται (11% λιγότεροι από το 2014) και απορροφάται από τους παρόχους υπηρεσιών διαμεσολάβησης.

2. Η τάση να ορίζονται διαμεσολαβητές απευθείας από τα ενδιαφερόμενα μέρη συνεχίζεται με το 70% ad hoc περιπτώσεων, σε αντίθεση με τις περιπτώσεις ορισμού διαμεσολαβητών μέσω σχημάτων/παρόχων. Εν τούτοις, η διαμεσολάβηση μέσω παρόχων συνεχίζεται με το 45% των δικηγόρων να το προτιμά, έστω και αν οι δικηγόροι συνεργάζονται με τον επιλεγμένο από αυτούς διαμεσολαβητή. Το 86% παρασχέθηκε από επτά μεγάλους παρόχους/σχήματα διαμεσολάβησης, που διαθέτουν πάνω από 100 διαμεσολαβητές. Και αυτό δείχνει την κυριαρχία των σχημάτων/παρόχων στην αγορά και τη δύναμη του συλλογικού marketing.

3. Οι διαμεσολαβητές τυπικά διαθέτουν ένα μέσο όρο 18.6 ωρών σε μια διαμεσολάβηση, μια αύξηση 2 ωρών ή 13% σε σύγκριση με το 2014. Ο μέσος όρος των αμοιβών λιγότερο έμπειρων διαμεσολαβητών έχει ανεβεί κατά 8,6%, στα £1.545, για 1 μέρα διαμεσολάβησης, ενώ των έμπειρων κατά 17.8%, στα £4.500. Το ετήσιο εισόδημα ενός πετυχημένου και έμπειρου διαμεσολαβητή με μέσο όρο £8.500 ανά υπόθεση και με 90 υποθέσεις ετήσια ανέρχεται σε £775.000 περίπου.

Πάντως, ένα σημαντικό ποσοστό του χρόνου απασχόλησης των διαμεσολαβητών (μέσος όρος 5 ½ ωρών, σε σύγκριση με το 2014 που ήταν 4 ώρες) είναι απλήρωτο, είτε γιατί ο

διαμεσολαβητής δεν χρέωσε ειδικά όλες τις ώρες που ασχολήθηκε, είτε γιατί είχε συμφωνηθεί με τα μέρη ένα πάγιο ποσό (fixed fee). Λιγότερο έμπειροι διαμεσολαβητές κατέγραψαν ακόμη περισσότερες απλήρωτες ώρες, της τάξης των 6 ωρών ή 34% της συνολικής τους απασχόλησης.

4. Το ποσοστό επιτυχίας παραμένει σταθερό, με ένα 86% μέσο όρο διευθέτησης των διαφορών μέσω διαμεσολάβησης. Υπάρχει όμως διαφοροποίηση σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα, αφού το ποσοστό της διευθέτησης των υποθέσεων μέσω διαμεσολάβησης στην ίδια μέρα έπεσε από το 75% στο 67%, αλλά η μείωση αυτή ισοφαρίζεται από την αύξηση του ποσοστού των υποθέσεων που κλείνουν αμέσως μετά τη διαμεσολάβηση, αύξηση από 11% στο 19%. Και αυτό είναι μια ένδειξη ότι οι διαμεσολαβήσεις διαρκούν λίγο περισσότερο, ίσως γιατί και οι υποθέσεις είναι δυσκολότερες και τα μέρη χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να φτάσουν σε συμφωνία.

5. Οι δικηγόροι γενικά είναι ευχαριστημένοι με την ποιότητα των διαμεσολαβητών, με το 60% των δικηγόρων να αξιολογούν τους διαμεσολαβητές ως «πολύ καλούς».

6. 145 διαμεσολαβητές ενεπλάκησαν στο 85% των εμπορικών υποθέσεων, το οποίο συνιστά αύξηση σε σύγκριση με το 2014, όπου 130 διαμεσολαβητές κυριαρχούσαν στην αγορά, με μέσο όρο 40 υποθέσεις έκαστος, το οποίο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, έστω και αργά, αναπτύσσεται ανταγωνισμός.

7. Για πρώτη φορά, οι μη δικηγόροι διαμεσολαβητές είναι περισσότεροι από τους δικηγόρους, κατά 57%. Αυτό οφείλεται στο αυξανόμενο ενδιαφέρον άλλων επαγγελμάτων και όχι τόσο στη μείωση ενδιαφέροντος εκ μέρους των δικηγόρων. Παρατηρείται επίσης μεγάλο ενδιαφέρον στη διαμεσολάβηση μεταξύ γενικών διευθυντών και επιχειρηματιών.

8. Η πλειοψηφία των νέων και μέσων διαμεσολαβητών ανέφεραν προσωπική εμπλοκή σε όχι περισσότερες από 4 διαμεσολαβήσεις ανά έτος. Έμπειροι διαμεσολαβητές ανέφεραν περισσότερες, αλλά για την πλειοψηφία η εμπορική διαμεσολάβηση παραμένει ένα επάγγελμα μερικής απασχόλησης και μόνον ένα 40% των διαμεσολαβητών χαρακτηρίζουν τους εαυτούς τους ως πλήρους απασχόλησης διαμεσολαβητές.

9. Ο μέσος όρος ηλικίας των γυναικών διαμεσολαβητών είναι 50 και των αντρών 57. Αυξάνεται συνεχώς η εμπλοκή των γυναικών διαμεσολαβητών φτάνοντας στο 42% έναντι 30% το 2014, αντιπροσωπεύοντας μάλιστα το 29% των έμπειρων διαμεσολαβητών.

10. Στην έρευνα αναφορικά με τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη στην επιλογή των διαμεσολαβητών, τόσο οι δικηγόροι όσο και οι διαμεσολαβητές, έθεσαν πρώτο τον παράγοντα «επαγγελματική φήμη-εμπειρία/status» με δεύτερο το «επαγγελματικό υπόβαθρο (background)/προσόντα». Η έρευνα επίσης κατέδειξε ότι οι μη δικηγόροι διαμεσολαβητές εργάζονται σκληρότερα από τους δικηγόρους για να προωθήσουν το επαγγελματικό τους υπόβαθρο (background) /προσόντα.

Μερικά παραδείγματα κακής πρακτικής διαμεσολάβησης που κατέγραψαν δικηγόροι:

  • Διαμεσολαβητής που ενεργούσε ως αγγελιαφόρος, καθήμενος ανάμεσα στα μέρη και απλά προωθώντας προσφορές για τη διευθέτηση της διαφοράς μεταξύ των μερών.
  • Η προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία των διαμεσολαβητών επηρέαζε την προσέγγισή τους στη διαμεσολάβηση, με αποτέλεσμα να επιδιώκουν να υποστηρίξουν την υπόθεση με το ένα μέρος, αντί να διερευνήσουν και εντοπίσουν τα επιμέρους θέματα.

Στις θετικές συμπεριφορές των διαμεσολαβητών η έρευνα κατέγραψε: α) την αποτελεσματική ηγεσία στην ομάδα διαπραγμάτευσης στο 40% των υποθέσεων και β) την καλή διαπραγματευτική στρατηγική στο 24% των υποθέσεων.

11. Ως προς δε την προσωπική τους φιλοσοφία για τη διαπραγμάτευση, η πλειοψηφία των διαμεσολαβητών κλίνει περισσότερο προς την διευκολυντική (facilitative) προσέγγιση, ενώ οι πελάτες και οι σύμβουλοί τους προς την αξιολογική (evaluative) προσέγγιση. Η έρευνα κατέδειξε ότι οι διαμεσολαβητές ξεκινούν χρησιμοποιώντας τη διευκολυντική προσέγγιση και όταν τα πράγματα δυσκολεύουν προσανατολίζονται προς αξιολογικές προσεγγίσεις.

12. Ως προς το μέλλον της διαμεσολάβησης, οι δικηγόροι έχουν τη γνώμη ότι χρειάζεται περισσότερη προβολή των ωφελειών της διαμεσολάβησης και περισσότερη δουλειά με τους δικαστές και το δικαστικό σύστημα. Οι διαμεσολαβητές έχουν την άποψη ότι απαιτείται περισσότερη συνεργασία με κυβέρνηση, πελάτες και συμβούλους με στόχο την αφομοίωση της διαμεσολάβησης. Δεν υποστηρίζεται η άποψη της λεπτομερούς ρύθμισης των πρακτικών της διαμεσολάβησης, αλλά μια πιο δυναμική προώθηση και προβολή της σημασίας της διαμεσολάβησης και ιδιαίτερα του διαπιστευμένου διαμεσολαβητή που παρέχει ασφάλεια στην κυβέρνηση και στο κοινό. Άλλοι υποστηρίζουν την ανάγκη για υιοθέτηση ενιαίων προτύπων (standards) εκπαίδευσης και διαπίστευσης ως μέσον αποφυγής πολλαπλασιασμού των παρόχων κατάρτισης.

Κοιτάζοντας το μέλλον, το 33% των διαμεσολαβητών, έναντι 32% το 2014, αναμένουν να διαμεσολαβούν περισσότερο, αν και δεν θεωρούν ότι η διαμεσολάβηση θα είναι η κυρίως απασχόλησή τους. Ενώ το 29%, έναντι 32% το 2014, αναμένουν να γίνουν πλήρους απασχόλησης διαμεσολαβητές. Είναι γεγονός ότι υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός επαγγελματιών μερικής απασχόλησης. Ως προς αυτό, ένας δικηγόρος έθεσε το πρόβλημα: «ο αριθμός των ανθρώπων που ασκούν τη διαμεσολάβηση ως hobby παράλληλα με τη πραγματική εργασία τους, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος σε σχέση με την αξιοπιστία του επαγγέλματός μας. Είναι πολύ δύσκολο να πετύχεις όντας 98% του χρόνου σου μάχιμος δικηγόρος δικαστηρίων (litigator) και 2% διαμεσολαβητής».

13. Ως προς τις περιοχές διαφορών που είναι δεκτικές διαμεσολάβησης όλοι συμφωνούν ότι η μεγαλύτερη χρήση τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι στις γενικές εμπορικές διαφωνίες, αλλά παρατηρείται και μεγάλο ενδιαφέρον για διαμεσολαβήσεις στο χώρο εργασίας, επαγγελματική αμέλεια (professional negligence) και σωματικές βλάβες (personal injury). Επίσης, η οικογενειακή διαμεσολάβηση καταγράφηκε ως πιθανή περιοχή αύξησης.

Τέλος, ο Graham Messie, διευθυντής του CEDR, σημείωσε ως γενικό συμπέρασμα ότι ένα συνεπές μήνυμα εξάγεται και από την έρευνα 2016, ότι η εμπορική διαμεσολάβηση εγκαθίσταται σταθερά στο πεδίο της επίλυσης εμπορικών διαφορών και ότι υπάρχει μια συνεχής αυξανόμενη τάση μεταξύ των δικηγόρων που εξοικειώνονται περισσότερο με το θεσμό και τη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Η εξοικονόμηση £2.8 δις για τη βρετανική οικονομία ετήσια είναι ένα στατιστικό νούμερο που δεν μπορεί να το αγνοεί κανείς.

Βεβαίως ακόμη είμαστε ένα νέο επάγγελμα που αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα, σαν μια «πυραμίδα που έχει ευρεία βάση, γλιστερές πλαγιές προς αναρρίχηση και με ένα πολύ μικρό ποσοστό να φτάνει στην κορυφή». Είναι γεγονός ότι η διαμεσολάβηση είναι ένα μοναχικό επάγγελμα που πρέπει κάθε διαμεσολαβητής να προωθήσει τον εαυτό του, αλλά θα πρέπει το Civil Mediation Council να λάβει την πρωτοβουλία στην αύξηση της αγοράς και την προώθηση του θεσμού της διαμεσολάβησης προς όφελος όλων των διαμεσολαβητών με τη σκέψη που διατυπώθηκε από την πρώτη έρευνα του 2002: «Αν κάθε διαμεσολαβητής μπορούσε να παράγει μόνον μία επιπρόσθετη ευκαιρία διαμεσολάβησης

από τον καθημερινό φόρτο εργασίας του/της, το μέγεθος της αγοράς θα διπλασιαζόταν σε μια νύχτα». Για περισσότερες λεπτομέρειες σας παραπέμπω στο website: www.cedr.com του CEDR.

Ευγενία Παπαθανασοπούλου
Δικηγόρος, Διαμεσολαβήτρια, Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών