Το κατάλληλο στάδιο υπαγωγής μιας αστικής ή εμπορικής ή οικογενειακής υπόθεσης στη διαμεσολάβηση έχει μεγάλη σημασία για την επιτυχή έκβασή της προς το κοινό συμφέρον των μερών. Όταν λοιπόν: οι απευθείας διαπραγματεύσεις των μερών έρχονται σε αδιέξοδο ή γρήγορη και πιο οικονομική λύση απαιτείται να βρεθεί άμεσα ή η δημοσιότητα της υπόθεσης πρέπει να αποφευχθεί ή η φήμη των μερών πρέπει να προστατευτεί ή το δικαστηριακό δεδικασμένο ενέχει κίνδυνο αποκλεισμού εύρεσης λύσης για τα μέρη, η δικαστική οδός θα έπρεπε να ήταν η τελευταία επιλογή για τα μέρη να ακουστεί η υπόθεσή τους.

Η δυσκολία έγκειται στα παραπάνω οτι τα μέρη είτε δεν είναι προετοιμασμένα είτε επαρκώς ενημερωμένα σχετικά με το θεσμό της διαμεσολάβησης, και ως εκ τούτου με ποιο τρόπο μπορούν να διαμορφώσουν άποψη υπέρ ή κατά της διαμεσολάβησης στην υπόθεσή τους και ακόμη , πώς μπορούν να αξιολογήσουν οικονομικά την διαμεσολάβηση προς εύρεση λύσης στην υπόθεσή τους;

Οι δείκτες, σε χώρες που χρησιμοποιείται η διαμεσολάβηση για πολλά χρόνια, μη καταλληλότητας υπαγωγής μιας υπόθεσης σε διαμεσολάβηση μπορεί να είναι η ανάγκη δεδικασμένου για λόγους υγείας ή ασφάλειας, ασφαλιστικά μέτρα σχετικά με άμεση απόφαση Δικαστηρίου για λόγους προστασίας ανηλίκων, η ανάγκη επέμβασης Δημόσιας Αρχής, η συνέχιση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών.

Όμως η διαμεσολάβηση θα έβλαπτε τα μέρη ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις;

Δεν τίθεται θέμα σε καμία περίπτωση ανάγκης υπαγωγής μιας διαφοράς σε διαμεσολάβηση αντίθετα θα πρέπει να υπάρχει Δικαστική ενθάρρυνση προς αυτή την κατεύθυνση και γενναίοι δικηγόροι να παροτρύνουν τα μέρη να χρησιμοποιήσουν τη διαμεσολάβηση ως εναλλακτικό των Δικαστηρίων τρόπο επίλυσης της διαφοράς τους προς εύρεση κοινά αποδεκτής λύσης απο τά μέρη.

Μπορούμε να διδαχθούμε απο την παγκόσμια χρήση του θεσμού της διαμεσολάβησης και σε περίπτωση που δεν υπάρχει ενδιαφέρον απο τα μέρη ή τους δικηγόρους που τους εκπροσωπούν να αναφερθούν στη διαμεσολάβηση, σημαίνει οτι δεν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον για εύρεση λύσης ή η υπόθεση αφορά ποινικές πράξεις. Σε κάθε άλλη περίπτωση τα μέρη και οι δικηγόροι τους έχουν μόνο να κερδίσουν απο τη χρήση του θεσμού και προς αυτή την κατεύθυνση είναι απαραίτητη η κατάλληξη ομάδα στήριξης και ενημέρωσης σε κάθε στάδιο οιασδήποτε διαφωνίας.

Εάν θεωρηθεί ότι τα μέρη επιθυμούν πραγματικά την εξεύρεση λύσης στη διαφορά τους όμως οι απευθείας διαπραγματεύσεις τους έχουν διακοπεί, τότε ίσως μπορούν να συζητήσουν και ερευνήσουν τον τρόπο και χρόνο υπαγωγής της υπόθεσης τους σε διαμεσολάβηση με τους δικηγόρους τους. Η κοινωνία μας θα πρέπει να αγκαλιάσει το θεσμό ο οποίος μόνο οφέλη έχει να αποφέρει για τα εμπλεκόμενα μέρη.

Βικτωρία Λιούτα
Διαμεσολαβήτρια και Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών